Τρίτη 31 Μαΐου 2011

Περί Συνταγμολατρείας και Συνταγμομαχίας


Από την πρώτη κιόλας στιγμή που εδώ στο ελλάντα αποφασίσαμε πως "γιατί οι ισπανοί κι όχι εμείς" και γέμισαν οι πλατείες "αγαναχτισμένους" (αλλά πάντα ειρηνικούς) διαδηλωτές, διατήρησα μιαν (εχθρική τε και χλευαστική η αλήθεια είναι) στάση. Την ίδια διατηρώ μέχρι και σήμερα, οι δε "αριστεροί" ινστρούχτορες πασχίζουν να την ενδυναμώνουν μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα.
Επειδή υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μην μπω στη διαδικασία εξίσωσης μ'αυτούς που γεμίζουν καθημερινά τον κόσμο με εκατοντάδες μακροσκελή κείμενα, αποφάσισα να ποστάρω ένα κείμενο που μου 'στειλαν, μιας ανώνυμης κοπελιάς που (κατά δήλωσή της) ανήκει στον ευρύτερο αναρχικό χώρο.
Με αρκετά από τα σημεία του παρακάτω κειμένου δεν συμφωνώ. Όχι ως προς την ουσία, αλλά γιατί δεν έχω τις ίδιες πολιτικές αναφορές μαζί της. Επί της ουσίας τα λέει όλα. Και, προσωπικά, προτιμώ τέτοια κείμενα από την ακατάσχετη μπουρδολογία της ανεπαρκούς και ανίκανης αριστεράς, που, ούσα εν πλήρη αδυναμία να οργανώσει κίνημα της προκοπής, τρέχει ξωπίσω από κάθε μάζωξη σαν ζητιάνα ψήφων. 
Το κείμενο είναι λίγο μεγάλο. Προσπαθήστε όμως να το διαβάσετε όλο.


Η αλήθεια είναι ότι έχω αγανακτήσει ΚΑΙ εγώ, σύντροφοι και συντρόφισσες. Παρά το γεγονός ότι είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι δε θα έγραφα κείμενο σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, φαίνεται τελικά ότι η αγανάκτησή μου οδήγησε τα χέρια μου και το πληκτρολόγιο να αυτοοργανωθούν και να αυτενεργήσουν. 
 Για τους Αγανακτισμένους των πλατειών, τα χαρακτηριστικά και την προοπτική τους, έχουν γραφτεί μέχρις στιγμής εξαιρετικά κείμενα από συντρόφους. Για το λόγο αυτό δε θέλω να φλυαρήσω άσκοπα ή να κουράσω και ούτε θα επεκταθώ σε πολιτική ανάλυση του φαινομένου με εξειδικευμένους όρους. 
 Εκείνο που με «αναγκάζει» τελικά να γράψω το παρόν κείμενο, είναι ο διάχυτος σουρεαλισμός που χαρακτηρίζει όχι μόνο τους Αγανακτισμένους, αλλά και την στάση αρκετών συντρόφων απέναντι σε όσους από εμάς παραμένουμε επιφυλακτικοί απέναντι σε αυτό το υποτιθέμενο κίνημα και δεν συμμετέχουμε στις όποιες διαδικασίες του. 
 Καταρχήν δεν έχω καταλάβει καν γιατί έχει τεθεί θέμα «κραξίματος» όσων διατηρούμε επιφυλάξεις –μήπως υπάρχει κάποια «γραμμή» που ορίζει το τι θα πράξει ο καθένας μας και όλοι μαζί; Μήπως αυτοί που συμμετέχουν στην συνέλευση του Συντάγματος είναι περισσότερο αναρχικοί από εκείνους που δεν συμμετέχουν; Αν δεν απατώμαι, ο καθένας μας έχει δικαίωμα να πράξει σύμφωνα με τα πιστεύω του και αναλαμβάνοντας την ευθύνη των πράξεών του. Επομένως, ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα; 
Από την πρώτη μέρα που οι Αγανακτισμένοι συγκεντρώθηκαν στο Σύνταγμα, συμβαίνει συχνά κάθε φορά που εκφράζω επιφυλάξεις (εμπεριστατωμένες και με επιχειρήματα), να χαρακτηρίζομαι ως «δογματική», «κολλημένη» και «ελιτίστρια». Εν ολίγοις, η όποια κινηματική μου δράση και η συμμετοχή μου σε συλλογικότητες ακυρώνονται αυτομάτως από την στιγμή που δεν αγανακτώ στο Σύνταγμα. Η εκπεφρασμένη μέσω της δράσης μου, έμπρακτη και συνειδητή μου αγανάκτηση δεν υφίσταται καν, καθώς, σύμφωνα με κάποιους, θα έπρεπε να πάω στην συνέλευση του Συντάγματος και «να μιλήσω στον κόσμο για να τον βοηθήσω να καταλάβει». Από την στιγμή που δεν το κάνω, δεν είμαι «πραγματική» αναρχική, βάσει των μετρήσεων του αναρχόμετρου που έχουν εφεύρει κάποιοι συνταγματόφιλοι σύντροφοι. 
 Καταρχήν να πω ότι θεωρώ απείρως σουρεαλιστικό εντός του κινήματος να εκφράζεται η ιδέα του πεφωτισμένου ινστρούκτορα που θα βοηθήσει τον «χαζό» κόσμο να καταλάβει ποιος ακριβώς είναι ο εχθρός και τι πρέπει να πράξει. Η αυτοσυνείδηση είναι καθαρά προσωπική υπόθεση και χτίζεται μέσα από μακροχρόνιες και, συχνά, επίπονες διαδικασίες. Χωρίς την αυτοσυνείδηση δεν μπορεί να υπάρξει συλλογικότητα και, επομένως, δεν μπορεί να εκκινηθεί καμία απολύτως εξεγερτική/επαναστατική διαδικασία. Το να αποφασίσει ο καθένας μας αν θέλει να εκφράσει την άποψή του στην συνέλευση του Συντάγματος και το να παίξουμε ως χώρος τον ρόλο του Αγίου Πνεύματος, είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. 

Δεν συζητάω καν το γεγονός ότι μια τέτοια άποψη (της «επιφοίτησης» και «διαφωτισμού» του λαού) είναι ξεκάθαρα συστημική και εξουσιαστική, πέραν του ότι δέχεται defacto ότι όσοι δεν ανήκουν στο χώρο είναι διανοητικά κατώτεροι και εμείς, οι «φωτισμένοι», πρέπει να τους δείξουμε τον σωστό το δρόμο. Βάσει αυτής της λογικής, η κοινωνία απαρτίζεται από ηλιθίους –λογική μηδενιστική που δεν αποδέχομαι σε καμία περίπτωση. Θεωρώ ότι τα μείζονα προβλήματα αυτής της κοινωνίας είναι ο ατομικισμός, ο φόβος και ο ραγιαδισμός, όχι το χαμηλό IQ. Όμως, για να ξεπεραστούν τα παραπάνω, απαιτούνται σκληρή δουλειά και μακροχρόνιες εσωτερικές διεργασίες πρωτίστως σε προσωπικό επίπεδο. Κάθε σύντροφος και συντρόφισσα που επιθυμεί και μπορεί, έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να τοποθετηθεί στην συνέλευση και να εκφράσει σκέψεις που ίσως μπορούν να βάλουν τους συμμετέχοντες σε μια άλλου είδους νοητική διεργασία. Αυτό όμως απέχει πολύ από την αντίληψη του από μηχανής αναρχικού Θεού που θα φωτίσει τα «μπερδεμένα» μυαλά των Αγανακτισμένων και ως διά μαγείας θα φέρει την επανάσταση. 
Το να αποκτήσουν πολιτική συνείδηση όσοι απ’ τους Αγανακτισμένους δεν έχουν, να θεωρήσουν εαυτούς μέλη μιας συλλογικότητας και να πράξουν βάσει αυτής, δεν είναι κάτι που θα συμβεί από την μια στιγμή στην άλλη. Εξ όσων γνωρίζω και διαβάζω, η συνέλευση βρίσκεται ακόμα στο στάδιο της ομαδικής ψυχοθεραπείας, όπου οι περισσότεροι εκφράζουν τον πόνο τους. Αυτό δεν το λέω υπό καμία έννοια υποτιμητικά –η ανάγκη να μοιραστεί ο καθένας μας αυτό που τον πονάει με δεδομένη την παρούσα οικονομική και κοινωνική συγκυρία, είναι σημαντική και θεμελιώδης. Όμως, όπως όλοι γνωρίζουμε, η ψυχοθεραπεία δεν έχει ημερομηνία λήξης και μπορεί να διαρκέσει χρόνια. 

Ένα εξίσου σουρεαλιστικό στοιχείο της υπόθεσης των Αγανακτισμένων, είναι ότι χαρακτηρίζονται από πολλούς ως «κίνημα». Αν δεν απατώμαι, οποιοδήποτε κίνημα στην ανθρώπινη ιστορία χαρακτηρίζεται από σαφείς πολιτικές θέσεις, αιτήματα και στόχους. Στην περίπτωση των Αγανακτισμένων, ο κοινός τόπος περιορίζεται σε αυτή καθ’ εαυτή την Αγανάκτηση. Κανείς δεν μπορεί να με πείσει ότι αυτή η αφηρημένη και απροσδιόριστη Αγανάκτηση αρκεί για να προσδιορίσει και να καθορίσει οποιοδήποτε κίνημα. Μήπως λοιπόν θα έπρεπε να είμαστε ίσως λίγο πιο συγκρατημένοι πριν αποδώσουμε τον συγκεκριμένο χαρακτηρισμό σε μια συνάθροιση ετερόκλητων ανθρώπων; 


Επίσης σουρεαλιστικώς και παραδόξως, το «υποτιθέμενο» κίνημα συγκεντρώνει στους κόλπους του από αναρχικούς έως «ντυμένους» με ελληνικές σημαίες που τραγουδάνε τον εθνικό ύμνο. Ταυτόχρονα, οι σημαίες είναι ανεπιθύμητες, φαίνεται όμως ότι η σημαία του δοξασμένου ελληνικού έθνους εξαιρείται από τον κανόνα και είναι υπεράνω οποιασδήποτε κρίσεως και απαγορεύσεως. Εδώ όμως ξεχνάω και άλλη μια σημαντική σουρεαλιστική λεπτομέρεια: πλέον έχουν διαμορφωθεί διαζώματα Αγανακτισμένων, το «πάνω Σύνταγμα» και το «κάτω Σύνταγμα». Στο πάνω μπορείς να ντύνεσαι ελληνική σημαία, να την ανεμίζεις και να τραγουδάς τον εθνικό ύμνο, αλλά στο κάτω (που είναι πιο πολιτικοποιημένο) δεν επιτρέπεται π.χ. να κρατάς μια κόκκινη σημαία γιατί είναι τζιζ. Ειλικρινά θέλω κάποιος να μου εξηγήσει ποιος είναι ο κοινός τόπος, τα κοινά αιτήματα και προβληματισμοί ενός αναρχικού και ενός σημαιοστολισμένου που τραγουδάει τον εθνικό ύμνο… 
 Επίσης θέλω να κάποιος να μου εξηγήσει πώς γίνεται αυτού του είδους η αγανάκτηση να επικροτείται από τον Πρετεντέρη και τον Κούλογλου μέχρι τον Τσίπρα και τον Μίστερ Σπίθα –αυτό το προσπερνάμε έτσι απλά ή μήπως από μόνο του δεν είναι εμφανώς σουρεαλιστικό και ανησυχητικό; Δεν είναι ότι δεν αντιλαμβάνομαι την επικοινωνιακή και πολιτική σκοπιμότητα πίσω από αυτό. Αυτή ακριβώς η σκοπιμότητα δεν είναι από μόνη της δείγμα ότι κάτι δεν πάει καλά;  


Πρώτη φορά επίσης βλέπω να έχει η αγανάκτηση ωράριο. Δηλαδή, ξεκινάμε να αγανακτούμε από τις 18:00 και μετά –πιο πριν τι γίνεται; Δεν τρέχει μία και όλα καλά; Αυτό είναι άλλο ένα στοιχείο που καταδεικνύει τον αφελή χαρακτήρα οποιασδήποτε σύγκρισης με την Πλατεία Ταχρίρ και την εξέγερση των Αιγυπτίων. Πιστεύω ότι η πολυφορεμένη καραμέλα της σύγκρισης του Συντάγματος (και οποιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής πλατείας) με την Πλατεία Ταχρίρ, όχι μόνο δείχνει απόλυτη άγνοια των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών διαφορών μεταξύ των «πλατειών», αλλά πλέον αποτελεί και ύβρι απέναντι στον αιγυπτιακό λαό. Μην τρελαθούμε κιόλας, θέλουμε πάρα πολύ δρόμο ακόμα για να επιδείξουμε το θάρρος, την μαχητικότητα και το συλλογικό πνεύμα που επέδειξε ο αιγυπτιακός λαός. 


Κάτι που επίσης με έχει ξενίσει, είναι ότι αρκετοί εκ των Αγανακτισμένων δεν είχαν καν πάει ποτέ στη ζωή τους σε πορεία. Δηλαδή, ξύπνησαν ξαφνικά μια μέρα και η αγανάκτησή τους είχε ξεχειλίσει σε τέτοιο βαθμό, που αποφάσισαν να πάνε Σύνταγμα. Δεν τους είδα όμως να αγανακτούν όταν στο κέντρο της Αθήνας βρίσκονταν στο χείλος του θανάτου 300 μετανάστες, δεν τους είδα να αγανακτούν όταν οι χρυσαυγίτες βγήκαν με τα στιλέτα μέρα μεσημέρι και μαχαίρωναν ανυπεράσπιστους συνανθρώπους τους, όταν άνθρωποι όπως η Φαίη Μέγερ φυλακίζονταν για τις ιδέες τους, όταν περνάνε δίπλα από αστέγους και ανθρώπους που ψάχνουν στα σκουπίδια για να βρουν έστω και μια μπουκιά φαγητό. 


Ξέχασα όμως, όλοι οι παραπάνω είναι «ξένοι», «αναρχικά κωλόπαιδα» και «παρίες». Ας πάμε λοιπόν σε πιο «ελληνικά» και «πολιτικώς ορθά» παραδείγματα: Δεν τους είδα να αγανακτούν όταν σε όλες τις πορείες (και ειδικά σε αυτήν της 11/5) οι μπάτσοι άνοιγαν τα κεφάλια ανυπεράσπιστων διαδηλωτών, ανδρών και γυναικών ανεξαιρέτως, απρόκλητα. Δεν τους είδα να αγανακτούν όταν ο Γιάννης Κ. βρέθηκε να χαροπαλεύει στην εντατική. Και πάλι όμως ξεχνιέμαι: στις πορείες πάνε μόνο τα κομματόσκυλα και όσοι γουστάρουν να ρίχνουν μολότωφ και πέτρες. 


Αυτού λοιπόν του είδους η αγανάκτηση μου βρωμάει πολύ, σύντροφοι και συντρόφισσες. Για όλους τους παραπάνω λόγους δεν συμμετέχω στο «κίνημα» και παραμένω επιφυλακτική τόσο απέναντι σε αυτό που συμβαίνει, όσο και στην γενικότερη τρελή χαρά που διακατέχει πάρα πολλούς ανθρώπους (και συντρόφους) σχετικά με τη δυναμική και τις προοπτικές του «κινήματος». Θεωρώ ότι έχω το δικαίωμα να έχω βάσιμες επιφυλάξεις, όσο έχουν το δικαίωμα άλλοι σύντροφοι και συντρόφισσες να το επικροτούν και να συμμετέχουν σε αυτό. Το ότι αμφιβάλλω, δεν με καθιστά αυτομάτως δογματική και ελιτίστρια. 
 Και για όσους βιαστούν να πουν ότι όλ’ αυτά τα λέω θεωρητικά και χωρίς να έχω πάει στο Σύνταγμα, θα ήθελα να ενημερώσω ότι σήμερα καταπίεσα για δεύτερη φορά τον εαυτό μου και προσπάθησα να παραμείνω εκεί και να δω την όλη κατάσταση αντικειμενικά –όμως δεν άντεξα. Δεν μπορούσα ούτε ν’ ακούω τον εθνικό ύμνο, ούτε να βλέπω ελληνικές σημαίες ν’ ανεμίζουν, ούτε ν’ ακούω γηπεδίστικα συνθήματα, ούτε ν’ ακούω 20χρονα να κανονίζουν πού θα πάνε για καφέ «μετά το Σύνταγμα», ούτε να μουτζώνω τη Βουλή θεωρώντας ότι κάτι κάνω, ούτε να συμμετάσχω στην ομαδική ψυχοθεραπεία. Εν ολίγοις, δε βρίσκω κοινό σημείο επαφής. 
 Εγώ δεν έχω αγανακτήσει μόνο με το Μνημόνιο, αλλά αγανακτώ επί μακρόν με τον ρατσισμό, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την αστυνομική βία, την ξενοφοβία, τον καπιταλισμό –αγανακτώ με το Σύστημα συνολικά και όχι μόνο με μεμονωμένες εκφάνσεις του. Προτιμώ λοιπόν να πηγαίνω στη χθεσινή αντιφασιστική πορεία (στην οποία, παρεμπιπτόντως, δεν είδα τις χιλιάδες των Αγανακτισμένων) και να δρω μέσω συλλογικοτήτων, παρά να «πηγαίνω Σύνταγμα». Αν γι’ αυτό θεωρούμαι γραφική, ελιτίστρια, αρτηριοσκληρωτική και δεν ξέρω γω τι άλλο, κανένα πρόβλημα. 


Μακάρι (και το λέω πολύ ειλικρινά) να διαψευστώ. Μακάρι η επανάσταση να ξεκινήσει από το Σύνταγμα και ν’ αποδειχτεί ότι όντως είμαι κυνική και κολλημένη. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου